Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

Ο παιδευτικός ρόλος της ανυπακοής θεσμικών φορέων του κράτους.

Από καταβολής του, το Νεοελληνικό κράτος είχε την ατυχία να «υπηρετείται» από πρόσωπα που αντιλαμβάνονταν το ρόλο τους, ως ιδιοκτησία και ως στοιχειώδη υποχρέωση του, στην αναγνώριση της αυθεντίας τους. Αυτό δε, ερχόταν σε πλήρη αντίστιξη με το προφανές. Όλοι γνώριζαν ότι η θέση και ο ρόλος  που καταλάμβαναν, είχε «κοντινή» ημερομηνία λήξεως, μια και η κατάληψη της θέσης από έναν έκαστο, ουδόλως αποτελούσε επιβράβευση των ικανοτήτων και της αναγνώρισης των προσώπων αυτών από τη κοινωνία, αλλά αποτελούσε την απόρροια μιας εξόφθαλμης νομής της εξουσίας στα «πρωτοπαλίκαρα» των κομματικών μηχανισμών. Και προφανώς, το ίδιο εύκολα που αποδιδόταν ο ρόλος, το ίδιο εύκολα, αφαιρούνταν και αποδιδόταν σε κάποιον άλλο εκλεκτό και ούτω καθ’ εξής. Οι  στρατοί των εκλεκτών είχαν πλήρη αντίληψη της κατάστασης και έτσι το μόνο που τους ενδιέφερε, ήταν στην πραγματικότητα , ο προβλεπόμενος  χρονικός ορίζοντας παραμονής στη θέση και το budget που δινόταν –και δίνεται- ως προίκα για τη θέση αυτή.

Αυτό το προσωπικό, διαχέεται στο σύνολο των κρατικών θεσμικών ρόλων και κατ’ ακολουθία, η διοικητική δράση αυτών, κυριαρχείται από μικρο-πολιτικά τερτίπια ηγεμονίσκων, οι οποίοι στον ιδιωτικό τομέα θα παρέμεναν στην αφάνεια. Με εφόδιο της κομματική «πίστη», τους διανέμεται η εξουσία και τα οφίκια. Στο τέλος, είτε ως εκλεγμένοι  είτε ως τοποθετημένοι, αναπαράγουν το διοικητικό μοντέλο, τα αποτελέσματα του οποίου είναι ορατά δια γυμνού οφθαλμού και απ’ τον πιο αδαή.

Όλα αυτά –παρ ότι δεν είναι συγχωρητέα- μπορούν να είναι κατανοητά. Αυτό που είναι απολύτως  ακατανόητο, είναι το φαινόμενο, της απείθειας αυτών των  -στο κάτω-κάτω- Ελλήνων πολιτών, έναντι των νόμων του κράτους. Έχουμε γίνει θεατές απίστευτων δηλώσεων από υψηλόβαθμους κρατικούς λειτουργούς –εκλεγμένους ή μη- περί της άρνησής τους να εφαρμόσουν ψηφισμένο νόμο του κράτους, διότι -απλά- διαφωνούν με τις προβλέψεις του.

Πέραν του αδιανόητου –αυτού καθ’ εαυτού- της άρνησης, δηλαδή,  εφαρμογής του νόμου, το οποίο σε οποιοδήποτε ευνομούμενο κράτος, θα συνεπαγόταν την έκπτωση από το αξίωμα,  υποτιμάται και υποβαθμίζεται ο παιδευτικός –προς την κοινωνία χαρακτήρας αυτής της δημόσιας και ατιμώρητης πρακτικής. Ποιο είναι το μήνυμα που στέλνει ο εκάστοτε Πρύτανης ή Περιφερειάρχης ο οποίος αρνείται να υλοποιήσει νόμους; Απλά, λέει στους πολίτες, ότι οι νόμοι δεν εφαρμόζονται αν δεν μας αρέσουν. Και αν έχουμε τον επίσημο ρόλο να τον ακυρώσουμε, έχει καλώς. Αν όχι, μπορούν να παρανομούμε σε οτιδήποτε δε μας αρέσει. Και επειδή δεν είμαστε δημόσια πρόσωπα για να ρωτηθούμε, δεν εκτιθέμεθα με δημόσιες δηλώσεις, αλλά –απλά- δεν τον εφαρμόζουμε.

Το σημαντικότερο, ΔΕΝ είναι η δήλωση ανυπακοής. Είναι η ατιμωρησία που ακολουθεί αυτή τη δήλωση.  Διότι αυτό αποτελεί την ισχυρότερη επιβεβαίωση της πρακτικής αυτής, περί της λογικής του κράτους-οπερέτας, όπου οι πολίτες επιλέγουν κατά το δοκούν, πώς θα κοινωνικοποιηθούν και πώς θα αποδείξουν το σεβασμό τους προς τους συμπολίτες τους, μέσα από την τήρηση του Συντάγματος και των Νόμων του Κράτους.

Πρέπει επιτέλους, τα δημόσια πρόσωπα, να αντιληφθούν το ρόλο τους και να προσέχουν πολύ περισσότερο το τι διαχέουν στη δημόσια σφαίρα. Διότι ως εξέχουσες προσωπικότητες που είναι –ή θέλουν να θεωρούνται- οφείλουν να συνυπολογίζουν το «αποτύπωμα» της κάθε πράξης τους, στην ηθική και την αισθητική ενός ολόκληρου λαού. Ενός λαού, με βαθύ και εγνωσμένο κενό και στα δύο πεδία(ηθική και αισθητική), που η καθημερινότητα πείθει περί της ανεπάρκειας του, σε αυτά.


Ένα κράτος που επαφίει την εφαρμογή του Συντάγματος –του καταστατικού χάρτη αξιών μιας κοινωνίας- στον πατριωτισμό των πολιτών του, ενώ οι πολίτες του είναι οι Νεοέλληνες, τα αποτελέσματα είναι αυτό που λέγεται «Ελληνική Δημοκρατία».  Ή η Δημοκρατία της Νεοελληνικής τρέλας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου