Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Σημαία: Εθνικό σύμβολο ή επιβράβευση για την αριστεία; Συμβολή στη δημόσια συζήτηση.

Επ’ ευκαιρία της Εθνικής Επετείου και την κατά τόπους καταγραφή διαξιφισμών και εντάσεων αναφορικά με την αναγόρευση  παιδιών μεταναστών σε σημαιοφόρους του τιμητικού αγήματος, επανέρχεται –δίς κατ έτος- η συζήτηση μεταξύ «προοδευτικών» και «Ελληναράδων».
Για ακόμα μια φορά η αντιπαλότητα και οι εντάσεις είναι οξείς και οι χαρακτηρισμοί εκατέρωθεν, δεν εκφεύγουν της κρατούσας  αντίληψης περί του «συζητοίν».

Υπάρχουν πολλά συνθήματοποιημένα επιχειρήματα που με βρίσκουν σύμφωνο και από τις δύο πλευρές : Από το «όλοι είμαστε μετανάστες» μέχρι το «η σημαία είναι ιερό πράγμα για να την κουβαλάει ο Αλβανός».
Θα αποφύγω εδώ να αναφερθώ στην απολύτως αρνητική μου άποψη για την διοργάνωση των μαθητικών παρελάσεων, εξ άλλου έχω τοποθετηθεί μόλις χθες για το θέμα, για λόγους αντίθετους από αυτούς που φαίνεται να κυριαρχούν στην κοινωνία ως επιχειρήματα για την κατάργησή τους.

Τι είναι η σημαία και ο σημαιοφόρος;
Σε επιτραπέζια παιχνίδια, η απώλεια της σημαίας σηματοδοτεί την οριστική ήττα του εν λόγω παίκτη και τη νίκη του αντιπάλου του. Στη ζώσα ζωή, είναι ιστορικά καταγεγραμμένο ότι η τοποθέτηση της σημαίας σε ένα τόπο, σηματοδοτούσε και σηματοδοτεί  την κατοχή αυτού του τόπου από τον τοποθεντούντα το εθνικό του σύμβολο επ’ αυτής. Ο σημαιοφόρος είναι ο μόνος από τους στρατιωτικούς που δεν πολεμά ο ίδιος. Η δική του μάχη είναι στη διατήρησή της σημαίας. Αντίστοιχα και για το άγημα των 5 ακόμα συντρόφων του. Από την κλασσική αρχαιότητα και εντεύθεν, η ανάθεση του έργου του σημαιοφορικού αγήματος ήταν τιμή και πρόκληση. Οι πιο άξιοι και πιο γενναίοι τοποθετούνταν σε αυτήν την περίοπτη θέση.
Λόγω της επικαιρότητας θα ήταν εύστοχο να αναφερθώ στο παράδειγμα της συμβολικής αυτοθυσίας για το γαλανόλευκο «πανί», από μια πραγματική ή μυθοπλαστική φιγούρα. Αυτή του Κων/νου Κουκίδη που τη ημέρα της ανάρτησης στον ιστό της Ακρόπολης του ναζιστικού συμβόλου, επέλεξε να τυλιχτεί με αυτή και να αυτοκτονήσει πέφτοντας στο κενό, παρά να πέσει το ιερό εθνικό σύμβολο στα χέρια των κατακτητών.

Οι εποχές που οι Έλληνες ήμαστε περήφανοι για τη χώρα μας έχουν περάσει ανεπίστρεπτη. Είναι φυσικό ακόλουθο της ψυχολογικής απόστασης που έχει «χτιστεί» με τα χρόνια, η φόρτιση αποδοχής και σεβασμού που έχουν τα «σύμβολα» και οι θεσμοί του κράτους να μην έχουν την ίδια ένταση με το ιστορικά πρόσφατο παρελθόν. Έγκειται στην παιδεία –ποια παιδεία;- να κάνει τη διάκριση μεταξύ αυτών που μπορούν να μπουν στη διαδικασία της αμφισβήτησης και της υποβάθμισης και σε αυτά που θα έπρεπε να μείνουν στο απυρόβλητο και να συνεχίζουν να τυγχάνουν του προσήκοντος σεβασμού ες αεί.  Επι παραδείγματι μπορεί κάποιοι να εκτιμούν ότι μια ή περισσότερες διαδοχικές επιλογές του εκλεκτορικού σώματος για τον αρχηγό του κράτους, να μην είναι οι ενδεδειγμένες και ως εκ τούτου να έχει πληγεί το κοινό αίσθημα για την αξία του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αυτό να το συζητήσουμε. Και να βρούμε τι φταίει. Γιατί έχει να κάνει με ανθρώπινα έργα και ως τέτοια είναι ατελή. Όμως είναι απαράδεκτο να έχει αφεθεί στην απαξία το εθνικό σύμβολο. 

Όσοι είχαμε παιδιά στην πρωτοβάθμια και εκπαίδευση ξέρουμε ότι ο σημαιοφόρος προκύπτει από κλήρωση. Και σε αυτή την απαξίωση οδηγηθήκαμε διότι ένας άλλος θεσμός είναι κατώτερος των περιστάσεων (το σχολείο), με αποτέλεσμα τα μισά παιδιά να έχουν 10  και να μην είναι εφικτός ο εντοπισμός του πραγματικού αριστούχου. Ποιο είναι το μήνυμα που παίρνουν τα παιδιά; Ότι το εθνικό σύμβολο μπορεί να είναι αντικείμενο τζογαδόρικων διαδικασιών επειδή οι διδάσκοντες είναι ανεπαρκείς.

Ο Ισοκράτης έχει μπει στα χείλια των περισσοτέρων υπερασπιστών του δικαιώματος των μεταναστών δεύτερης γενεάς να κρατούν το εθνικό μας σύμβολο, με τη γνωστή φράση του ότι «Έλλην, εστί ο μετέχων της ελληνικής παιδείας». Φαντάζομαι ότι ο μέγας αυτός φιλόσοφος δε θα διανοείτο ότι η Ελληνική παιδεία (ακαδημαϊκή και κοινωνική) θα καταντούσε στο σημείο που είναι σήμερα. Την εποχή που το διατύπωσε, η συμμετοχή σε αυτή ήταν το όχημα για την έξοδο από τη βαρβαρότητα. Σήμερα, φαντάζει να ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Σήμερα η συμμετοχή σε αυτή «προπονεί» τους αυριανούς πολίτες, στην αμετροέπεια, την έλλειψη αξιών, σεβασμού, την υποκρισία κοκ. Είμαι βέβαιος ότι για τη σημερινή παιδεία δε θα έκανε τέτοια νύξη. Άρα, ούτε τα Ελληνόπουλα, ούτε τα «μεταναστόπουλα» μετέχουν κάποιας «παιδείας». Και τέλος πάντων, όχι αυτής του Ισοκράτη. Άρα καλόν θα ήταν όσοι τον επικαλούνται να προβάλουν τον λόγο στο ιστορικό πλαίσιο στο ποίο διατυπώθηκε η ρήση. Και σε ένδειξη ελάχιστου αυτοσεβασμού να μην τον ξαναεπικαλεστούνε. Εκτίθεντε.

Το 1922, με τη Μικρασιατική καταστροφή και την επακόλουθη ανταλλαγή των πληθυσμών, έφτασαν στην Έλλάδα, ξεριζωμένοι άνθρωποι που δε γνώριζαν λέξη Ελληνικά. Που δεν είχαν δεί ούτε μια φορά εκεί στα βάθη της ανατολής (Άδανα, Καππαδοκία κλπ) να κυματίζει η σημαία του επίσημου Ελληνικού κράτους. Και παρ’ όλα αυτά, τα μάτια τους βούρκωναν κάθε φορά που την έβλεπαν πρόσφυγες πιά και που θα έδιναν τη ζωή τους για αυτή.

Πολλοί που δε ξέρουμε γιατί την κρατούν, έχουν περάσει μπροστά απ’ τα μάτια μας και έχουν γεμίσει τις οθόνες των τηλεοράσεών μας, αδυνατώντας να ψελλίσουν ακόμα και μια «στροφή» από τον Εθνικό ύμνο. Και που «φορτώνουν» βαθμούς την Ελλάδα στο παγκόσμιο αθλητικό στερέωμα. Αυτούς θα τους κρίνει η πορεία τους. Τι θα κάνουν μετά;  Αυτοί δε μπορούν να γίνουν μέρος της κουβέντας αυτής. Και τέλος πάντων ένα λάθος –αν αποδειχθεί ότι είναι λάθος- δε διορθώνεται με τη γενίκευσή του.

Σημαία είναι και του Παναθηναϊκού, σημαία και του Ολυμπιακού, σημαία και του ΟΦΗ. Αλλά αυτά δεν είναι σύμβολα. Πολύ δε περισσότερο δεν είναι Εθνικά Σύμβολα. Η διάκριση μεταξύ των δύο και η εναρμόνιση  της στάσης μας απέναντι στο καθ’ ένα, είναι υποχρέωση όλων  των σκεπτόμενων πολιτών αυτής της χώρας.

Ένα άλλο θέμα είναι ο Εθνικός αυτοπροσδιορισμός και η Εθνική ταυτότητα. Δε θέλω να βάζω κανένα παιδί στο δίλλημα να αποφασίσει αν αισθάνεται Ελληνόπουλο, ή Αλβανόπουλο, ή Πολωνόπουλο. Πρέπει να προστατεύουμε τα παιδιά από τέτοιες σκέψεις. Εκτός εάν –που κατά την άποψή μου αυτό είναι- έχουμε απενδύσει το εθνικό σύμβολο από κάθε συμβολισμό και ως εκ τούτου η παραχώρησή του σε κάποιον που δεν αισθάνεται Έλληνας δεν έχει τίποτα μεμπτό. Δεν είναι ούτε χρόνος, που είδε το φώς της δημοσιότητας η πρόθεση μελών της Αλβανικής κοινότητας, να δημιουργήσουν Αλβανικό κόμμα με πρόεδρο τον εξαιρετικό μαθητή και σήμερα αυτοπροσδιοριζόμενο ως Αλβανό (και πού καλά κάνει) Οδησσέα Τσενάϊ. Την εποχή που το θέμα του εν λόγω μαθητή –σήμερα συμπολίτη μου- μεσουρανούσε, είχα ταχθεί υπέρ του δικαιώματός του να φέρει τη σημαία μας. Σήμερα, 10 χρόνια μετά, έχω καταλήξει ότι η τότε στάση μου ήταν ρηχή και χωρίς επιχειρήματα.

Αν θέλουμε να τιμήσουμε τις επιδόσεις όλων των μαθητών, όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, υπάρχουν τρόποι να το κάνουμε. Από υποτροφίες και χορηγίες μέχρι επαγγελματική αποκατάσταση και χρηματικές απολαβές. Το μονοπάτι είναι «χαραγμένο». Οι ΗΠΑ το ακολουθούν με θρησκευτική ευλάβεια επί 10ετίες και έτσι συγκεντρώνουν τους αρίστους από όλη τη Γή.

θα έλεγα ότι είναι φρόνιμο ως κράτος να αποφασίσουμε με νομικό και συντεταγμένο τρόπο ότι τη σημαία μας μπορούν να την κρατούν π.χ. μόνο όσοι έχουν την Ελληνική υπηκοότητα ή ιθαγένεια. Είναι τόσο απλό και θα σταματήσει κάθε πατριδοκαπηλική συζήτηση.


Η σημαία μας πρέπει να «βγεί» από τη συζήτηση. Είναι Εθνικό σύμβολο και δε μπορεί να χρησιμοποιείται ως σχοινί διελκυστίνδας μεταξύ ψευτοπροοδευτικών και παλλικαροΕλληναράδων.

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

Παρέλαση 28ης Οκτωβρίου: ΟΧΙ. Δε θέλω άλλο!!!

Δε θέλω άλλο να ακούω «αριστερίστικες» κουταμάρες ότι το ΟΧΙ το είπε ο Ελληνικός λαός. Ο Ελληνικός λαός όταν θα ξυπνούσε, οι Ιταλοί θα ήσαν στη Λάρισα. Και μέχρι να μαζέψουν ένα σώβρακο και μια φανέλα θα είχαν φτάσει στην Αθήνα. Και άν το κράτος δεν κινητοποιούσε τον -κατά την κρατούσα αντίληψη- θνησιγενή αμυντικό μηχανισμό δε θα είχε καταγραφεί στην ιστορία το Αλβανικό Έπος του 1940. Προφανώς θα υπήρχε η Εθνική Αντίσταση, αλλά δε θα γιορτάζαμε την 28η Οκτωβρίου. Σωστά; Είναι τόσο δύσκολο να αποδώσει κανείς τα τω Καίσαρος τω Καίσαρη; Θέλει τόσα κότσια που προφανώς δεν έχουν;

Δε θέλω να βλέπω νεκροζωντανούς γεροντονέους, να περιφέρουν με λιποθυμικό βηματισμό τα αγύμναστα κορμιά τους σε λεωφόρους με παρατεταγμένους εκατέρωθεν του οδοστρώματος τους αποχαυνωμένους γονείς τους να χειροκροτούν αντί να μουντζώνουν τα παιδιά και τους δασκάλους τους. Η εικόνα είναι επιεικώς αποκαρδιωτική: Η συμμετοχή της μαθητιώσας νεολαίας στις κατά τόπους εορταστικές εκδηλώσεις αποτελούν ύβρη στη μνήμη όσων έθαψαν ζωές, πόδια, μέλλον στα βουνά της Βορ.Ηπείρου.

Δε θέλω να ξαναμπώ στη διαδικασία να μετρήσω πoιά φούστα είναι λιγότερο προσβλητική για μια εθνική επέτειο. Οι μέλλουσες μαμάδες του Έθνους, αποτείουν φόρο τιμής στον Πλούταρχο και στη Π.Ζήνα. Όχι στους παπούδες τους που αγωνίστηκαν για να είναι αυτές ελεύθερες και να ντύνονται ως ελευθεριάζουσες.

Δε θέλω να ξανακούσω κατά τη διάρκεια εθνικής επετείου από πολιτικό ταγό(βλέπε δήμαρχο) ότι η χώρα είναι υπό κατοχή. Αυτός και το σινάφι του έφεραν τη χώρα σε αυτή την κατάσταση. Άσε που χωράει πολύ κουβέντα το γιατί το θεωρεί αυτό.  Προφανώς, γιατί αυτοί οι αδίστακτοι οι «κατακτητές» του έχουν κλείσει τη στρόφιγγα της ακατάσχετης ρουσφετολογίας. Και τώρα -7μήνες πρίν της επόμενες δημοτικές- δε μπορεί να προσλάβει καμία 500αριά για να εξασφαλίσει τη μακροημέρευση του στο δημαρχιακό θώκο.

ΟΧΙ, σε θα ξαναδώ μαθητική παρέλαση. ΌΧΙ, δε θα ξανα-«γιορτάσω» την 28η Οκτωβρίου με αυτό τον υποτιμητικό τρόπο. ΟΧΙ, δε θέλω άλλο!!!

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2013

Ο Άγιος Λουκάς, πολύ με μπέρδεψε!!!

Ήταν μια τρέλα. Ήταν η δεύτερη φορά που ευρισκόμενος με ομόδοξους σλαβόφωνους, ένιωθα τόσο έντονη τη ζήλια αυτών των ανθρώπων για το ότι ήμουν Έλληνας. Ζήλια, που αυτοί δεν είναι. Ζήλια, που σχετίζεται με το βάρος που έχει πέσει πάνω στους καχεκτικούς μας ώμους και που πολύ θα ήθελαν να είναι στη θέση μας, θεωρώντας ότι θα ήσαν αξιώτεροι απόγονοι.

Η ιστορική συμπόρευση με αυτούς τους λαούς ξεκινά από την εποχή του εκχριστιανισμού τους από το επίσημο Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος. Αυτό που από τα μέσα του 18ου αιώνα συνηθίζουμε να αποκαλούμε Βυζαντινή Αυτοκρατορία, είχε δεί τον εκχριστιανισμό των Σλαβικών φυλών, ως δεσμό αδελφοποίησης. Δεσμό που, όσο κι αν οι παροδικές εντάσεις της πολιτικής και οικονομικής σκηνής στην ευρύτερη περιοχής μπορεί να τάραζαν στο διάβα του χρόνου, θα κρατούσε σφικτά τα δύο ομόδοξα φύλα –τους Έλληνες και τους Σλάβους- για πάντα ενωμένους. Και τελικά αυτό έγινε. Εξ άλλου η ομοδοξία είναι πνευματικός δεσμός, και ως τέτοιος είναι σαφώς επικρατέστερος από τα φθαρτά ανθρώπινα –άρα και ταπεινά- συμφέροντα.

Η πρώτη φορά που αισθάνθηκα αυτή τη ζήλεια, ήταν το 2010, οπότε ταξίδεψα στη μαγευτική Οδησσό. Την Οδησσό της Μεγάλης Αικατερίνης, αλλά και το πρώτου δημάρχου της, του Μαρασλή. Την Οδησσό του Θωρηκτού Ποτέμκιν αλλά και της Φιλικής Εταιρείας. Ήταν τότε, στα «τελειώματα» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όταν οι Έλληνες επιφανείς και μορφωμένοι αναλάμβαναν τη διοίκηση των Παραδουνάβιων περιοχών. Ήταν τότε που στα Αυτοκρατορικά σαλόνια όλης Ευρώπης, Έλληνες κατελάμβαναν το ένα αξιώμα μετά το άλλο. Καποδίστριας, Υψηλάντης, Μαρασλής, Κωλοκοτρώνης είναι μόνο μερικές από τις γνωστές «ακριβοπληρωμένες μετεγγραφές» των τότε αυτοκρατοριών.

Πολύ πρίν, και για πολλές γενιές, Έλληνες και Σλάβοι (ευτυχώς όχι όλοι) ζούσαν μαζί κάτω από το Οθωμανικό «δίκαιο». Και ακόμα παλαιότερα, Ρώσοι, Σέρβοι και άλλα σλαβικά πριγκιπάτα και δουκάτα της εποχής, μέμφονταν τους Έλληνες που ήσαν διατεθειμένοι να εκχωρήσουν την πίστη τους για να σώσουν το κράτος τους. Η κυρίαρχη αντίληψη στους Σλαβόφωνους πληθυσμούς είναι ότι η Πτώση ήρθε ακριβώς ως τιμωρία αυτής της πολιτικο-θρησκευτική επιλογή των Ελλήνων. Και τελικά ήρθε η άλλη πολιτικο-θρησευτική σκοπιμότητα (του κατακτητή αυτή τη φορά) να  ξαναβάλει στο Πατριαρχείο ανθενωτικό ιερωμένο.

Επιστρέφοντας στα βιώματα της Οδησσού, νομίζω μόνο μια ασθένεια του μυαλού, θα αδυνατήσει τις μνήμες από τη συμπεριφορά των Ρώσων και των Ουκρανών με τους οποίους συνεργάστηκα για να «βγει» εκείνο το επαγγελματικό ταξίδι. Το ότι συνόδευαν τον «Γρέτσκι» ήταν τίτλος τιμής. Με αυτό, για «διαβατήριο» άνοιξε το μουσείο της Φιλικής Εταιρίας και μου έγινε ιδιωτική ξενάγηση. Με αυτό βρέθηκε τραπέζι στο high restaurant της Greckaya Street. Με αυτό δεν ελέγχθηκα ούτε κατά την είσοδό μου στη χώρα, ούτε κατά της έξοδό μου.

Η δεύτερη φορά ήταν χθές το βράδυ, οπότε είχα το προνόμιο να βρεθώ σε μια παρουσίαση βιβλίου για τη ζωή και το έργο ενός σύγχρονου Ρώσου αγίου, επιφανούς χειρουργού και ιερωμένου που πέθανε μόλις 50χρόνια πρίν. Είναι προφανές ότι οι ομιλητές ήσαν και Ρώσοι. Η συγκίνησή τους που πατούσαν τα χώματα της Ελλάδας γέμιζε το χώρο της εκδήλωσης. 2.000άνθρωποι –η πλειοψηφία μας Έλληνες- νιώθαμε τη ζήλια που ένιωθαν. Τα μάτια τους έβλεπαν Ελλάδα και άκουγαν τους χτύπους της καρδιάς της. Μάλιστα ένας απ’ αυτούς (καρδιοχειρουργός και ιερωμένος επίσης) διατύπωσε την άποψη ότι αισθάνεται πιο τυχερός από τον Άγιο, μια και το «χρησιμοποίησε» για να έρθει στην Ελλάδα κάτι που ο ίδιος ο Άγιος Λουκάς, δεν αξιώθηκε να ζήσει. Οι αναφορές στην πίστη συχνές και αναμενόμενες. Και η βεβαιότητά τους, ότι η σταθερή και ακλόνητη πίστη στην Ορθοδοξία θα μας βγάλει από τα παροδικά δεινά, διατυπώθηκε συχνά.

Ήταν μια εκδήλωση που ήρθε να συμβάλει και αυτή στη διεργασία που γίνεται μέσα μου για να απαντήσω στο ερώτημα που έχω θέσει στον εαυτό μου: Αν είχαμε αποδεχθεί ειλικρινά και έγκαιρα την πρωτοκαθεδρία του Λατινικού δόγματος, και είχαμε σώσει το Μεσαιωνικό κράτος των Ελλήνων και είχαμε συμμετάσχει στη ζύμωση που επιτελέστηκε στον Χριστιανικό Ευρωπαϊκό χώρο, με την Αναγέννηση και το διαφωτισμό, πόσο καλύτερα θα ήμασταν;
Βλέποντας, μελετώντας, αξιολογώντας την κόπωση των λαών που έζησαν κάτω από τις Οθωμανικές Αρχές, να ακολουθήσουμε το βηματισμό της καλώς εννοούμενης κοινωνίας, με δομές και αρχές που να λειτουργούν,  διαπιστώνω ότι τα πολιτικο-κοινωνικά προβλήματά μας, μοιάζουν πολύ με αυτά των άλλων ορθόδοξων λαών αυτής της Ευρωπαϊκής γειτονιάς. Σε άλλη ένταση και ίσως με άλλη έκφανση, αλλά με την ίδια δομή. Τα προβλήματά μας έχουν το ίδιο DNA. Δυσκολευόμαστε να στήσουμε λειτουργούντες θεσμούς, αδυνατούμε 200χρόνια μετά την απελευθέρωσή μας, να ξεχάσουμε το μπαξίσι και τελικά να είμαστε οι ουραγοί της Ευρώπης, παρ΄ότι σε ότι μας αφορά ως Έλληνες, είναι προφανές ότι δε θα υπήρχε Αναγέννηση και Διαφωτισμός αν αυτοί που «σάλπαραν» απ’ το Βυζάντιο δεν είχαν σκορπιστεί σε όλα μήκη και πλάτη της Γηραιάς Ηπείρου να «πουλήσουν» τη μόνη πραμάτεια που κουβαλούσαν: Το Αρχαίο και Μεσαιωνικό Ελληνικό πνεύμα. Το πνεύμα που δεν είναι καθόλου ασύνδετο με την Πίστη μας. Είναι μέρος του. Ψυχή της ψυχής του.


Με τα «αν» ποτέ δε γράφτηκε ιστορία. Και ποτέ δε θα πάρω απάντηση στο ερώτημα. Αυτή είναι η γοητεία μιας τέτοιας ερώτησης. Να ξέρεις ότι πάντα θα μένει αναπάντητη. Τρέλα δεν είναι;

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

Γονιδιακή νομοτέλεια ή αποτέλεσμα εκπαίδευσης η ορθή κοινωνική συμπεριφορά;

Ο Ράντολφ Ντιούκ στο «Πολυθρόνα για δύο» κέρδισε το στοίχημα που είχε βάλει με τον αδελφό του Μόρτιμερ. Ανεξάρτητα από το πόσο αυτό καθ’ εαυτό το στοίχημα ενόχλησε τον Έντυ Μέρφι (στο ρόλο του Μπίλι Ρέι Βάλενταϊν) και τον Ντάν Ακρόϊντ (στο ρόλο του Λούις Ουίνθορπ), η ταινία του 1983 ήρθε να δώσει ελπίδες σε όλους, ότι η επιτυχία και η ευτυχία απέχουν τόσο λίγο, όσο η απόφαση δύο εκκεντρικών εκατομμυριούχων να «παίξουν» με τα «θύματά» τους. Ή αλλιώς, ότι η πορεία του καθενός μας δεν είναι γονιδιακά δεδομένη, αλλά είναι αποτέλεσμα των συμπτώσεων του ποιοι είναι οι γονείς, ποιο το κοινωνικό τους status, ποιες ευκαιρίες μπορούν να προσφέρουν στα παιδιά τους στη μόρφωση, τις γνωριμίες, την εργασία κλπ.

Πολύ πρόσφατα και με αφορμή το νέο κύμα Ελλήνων μεταναστών σε χώρες που μπορούν να απορροφήσουν ειδικευμένο εργατικό δυναμικό όλων των βαθμίδων, γνωστό site δημοσιοποίησε τα αποτελέσματα δημοσιογραφικής έρευνας, με θέμα «τι δε μου λείπει από την Ελλάδα;». Τα Ελληνόπουλα που ζούν και εργάζονται σε χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, των ΗΠΑ, του Καναδά, και της Αυστραλίας, κλήθηκαν να καταγράψουν αυτά που «ασχημαίνουν» την εικόνα της πατρίδας. Προφανώς υπήρξαν αναφορές στις στρεβλώσεις λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού. Ωστόσο τα περισσότερα σχόλια –που παρέθεσε ο συντάκτης- αφορούσαν τη θέση και τη σχέση του Έλληνα με τον Έλληνα. Τα αποτελέσματα ήσαν απογοητευτικά για το ποιόν μας ως λαού. Οι αναφορές τους εντοπίζονταν σε φαινόμενα και πρακτικές των νέων συμπολιτών τους στα 4 έως 11 χρόνια της εκτός Ελλάδος ζωής τους.  

Αυτά που τους «πληγώνουν», είναι  η κακογουστιά, η διχόνοια, το βόλεμα, η κουτοπονηριά, η λαμογιά, η απάθεια προς τον συνάνθρωπο,  η αγένεια, η άγνοια, η λεκτική και όχι μόνο βία, η τρομερή κουτοπονηριά στην ουρά, η ασέβεια του δημόσιου χώρου και του συνανθρώπου, η έλλειψη αίσθησης προσφοράς προς το κοινό καλό, ο ωχδελφισμός, ο ξερολισμός κλπ. Είναι δυνατόν όλα αυτά να μην απαντώνται σε άλλες κοινωνίες; Η απάντηση προφανής. Όχι, μόνο που δεν αποτελούν κοινό τόπο, αλλά επιμέρους πρακτικές κοινωνικών μονάδων. Εκεί δεν αποτελούν τον «καμβά», πάνω στον οποίο ζεί και δημιουργεί η κοινωνία. Είναι η εξαίρεση. Όχι ο κανόνας.

Όλα αυτά δε μας τα προσάπτουν οι κακοί Ολλανδοί, Γερμανοί, Αυστριακοί και λοιποί ορκισμένοι εχθροί του τόπου μας. Μα τα προσάπτουν τα παιδιά μας. Αυτά που εμείς –ως κράτος, χώρα, κοινωνία- διώξαμε «έξω» για να επιβιώσουν. «Κοιτώντας» πίσω στην πατρίδα, και με την ψυχραιμία που τους παρέχουν μερικές χιλιάδες μίλια απόστασης, αυτά που δηλώνουν ότι απεχθάνονται σε αυτόν τον τόπο, είναι αυτά που βιώνουμε σε καθημερινή βάση όσοι έχουμε την ατυχία να είμαστε Έλληνες και να ζούμε στο Ελληνικό κράτος. Νεοέλληνες στο Νεοελληνικό κράτος, για να ακριβολογούμε.

Διπλή η απογοήτευση. Αφ ενός για αυτή καθεαυτή την αποστροφή των νέων ανθρώπων για την κοινωνική πραγματικότητα, αφ ετέρου για μια ακόμα απογοητευτική διάγνωση: Η προηγούμενη γενιά μεταναστών δεν είχε την αίσθηση –ή δεν την εξέφραζε- ότι η Ελληνική κοινωνία είναι σε τέτοια κατάπτωση. Δομική και ουσιαστική. Είχαν φύγει γιατί ο τόπος τους δε μπορούσε να τους θρέψει. Αλλά η ματιά που έτειναν «πίσω» ήταν γεμάτη νοσταλγία και όχι απέχθεια.
Στην εβδομάδα που πέρασε από την ημέρα που εκτέθηκα στην έρευνα, βάλθηκα να θυμηθώ όλες τις κουβέντες, τις συναντήσεις που είχα με τους 4 θείους μου που είχαν επιλέξει τον ίδιο δρόμο της ξενιτιάς πρίν από αρκετές 10ετίες, να ξαναδιαβάσω τα γράμματά τους. Ρώτησα την υπερήλικη μητέρα μου, μια θεία της (ναι θεία της μητέρας μου), τον αδελφό και τα ξαδέλφια μου. Κανείς δε μου επιβεβαίωσε τέτοια σχόλια από τους «ταξιδεμένους» μας, όταν αναφέρονταν στην Ελληνική κοινωνία που είχαν αφήσει πίσω τους. Τι κατακρήμνισε με τέτοιο δραματικό τρόπο τα συλλογικά χαρακτηριστικά του λαού μας; Τι μας στρέβλωσε με τόσο βίαιο τρόπο ώστε να οδηγηθούμε σε ένα τόσο απογοητευτικό αποτέλεσμα; Τι μας εξεπαίδευσε στην κοινωνική απάθεια, την ασέβεια, τον ωχαδελφισμό, την αδιαφορία; Ο καθένας μπορεί να κάνει τις παραδοχές του. Με γνώμονα τις πεποιθήσεις, την κριτική του ικανότητα, το κοινωνικό του υπόβαθρο, μπορεί να οδηγηθεί στα συμπεράσματά του.

Μέσα από την αναγνώριση της πραγματικότητας ότι κάπως εκπαιδευτήκαμε στην αναίδεια, τον ξερολισμό, την απάθεια και τη βία κάθε είδους, προκύπτει μια φιλοσοφική αλήθεια. Ότι, αφού μπορέσαμε να εκπαιδευτούμε σε αυτά, μπορούμε να τα καταφέρουμε και στα νοηματικά τους αντίθετα: την ευγένεια, την αναγνώριση της ημιμάθειάς μας, το σεβασμό στο συνάνθρωπο, κλπ. Αυτή είναι η μεγαλύτερη και πιο αισιόδοξη παρακαταθήκη της τραγικής σημερινής μας κατάστασης. Η κατανόησή αυτής της ευκαιρίας θα είναι ένα σημαντικό βήμα. Γιατί μέσα από αυτό θα εγκαταλείψουμε τη συλλογική παραλυτική αντίληψη του «τίποτα δεν αλλάζει».

Οι Έλληνες που συμμετείχαν στην εν λόγω έρευνα, όσο ήσαν και όσο θα παρέμεναν μέρος της Ελληνικής πραγματικότητας, θα δρούσαν εντός ενός στρεβλού περιβάλλοντος. Και είναι κοινωνιολογικά επιβεβαιωμένο ότι συχνά θα υπέπιπταν και οι ίδιοι –αυτοί οι κρίνοντες- στα ίδια ατοπήματα, σημάδια αντικοινωνικής συμπεριφοράς, με αυτά που καυτηριάζουν. Όμως, η ένταξή τους σε μια άλλη κοινωνία –ο καθένας διαφορετική- με άλλες καταβολές και άλλες αξίες τους έκανε σοφότερους και τους υπογράμμισε τα ελαττώματά μας. Και μας κάνουν το δώρο να μας το λένε κατάμουτρα. Σε εμάς έγκειται να τους "ακούσουμε". 

Όπως συλλογικά οδηγηθήκαμε στο «σκοτάδι» της αντικοινωνικής συμπεριφοράς και δημιουργήσαμε –ως κοινωνία- μια μη βιώσιμη καθημερινότητα, όπου ο καθένας μας εκδικείται τον άλλο, έτσι μπορούμε να ξανα-ανοίξουμε το «φώς» της ελπίδας για μια καλύτερη ζωή με ποιότητα. Όχι ποιότητα από τα «έχω» μας. Αλλά από τα «είμαι» μας. Ένα στάδιο φωτίζεται από εκατοντάδες ίσως και χιλιάδες λάμπες. Καμία –μόνη της- δεν είναι ικανή να φωταγωγήσει το χώρο. Όμως όλες μαζί το επιτυγχάνουν. Κανένας δε μπορεί μόνος του να αλλάξει τη χώρα. Τα συλλογικά προβλήματα απαιτούν ατομικές δράσεις. Αν ο καθένας σέβεται το γύρω του, αν δεν τον περνάει στην ουρά στο φανάρι, αν δεν πετάει το χαρτί από τα τσιγάρα, αν δεν καπνίζει στο bar, αν χαμογελάει όταν κάποιος τον αφήνει να περάσει, αν…, αν…, αν…, αν…

Δεν είναι γονιδιακά τα ελαττώματά μας και όλα όσα μας καταμαρτυρούν οι συνέλληνες που επέλεξαν το δρόμο της ξενιτιάς. Είναι επίκτητες στρεβλώσεις. Η αποδέσμευσή τους από αυτά δε θα μας κάνουν πλούσιους. Θα μας κάνουν όμως ευτυχισμένους. Η αποτίναξη της συλλογικής παραδοχής και αναγνώρισης της ανικανότητά μας για κάτι καλύτερο, είναι η σημαντικότερη υποδομή ενός καλύτερου αύριο για όλους μας.

Όπως δεν υπάρχουν συλλογικά ελαττώματα δεν υπάρχουν και συλλογικά προτερήματα. Όταν όλα αυτά τα «χαλίκια» πάψουν να μπλέκονται στα «πόδια» μας, η άνοδος του «βουνού» θα γίνει ευκολότερη. Και τα προτερήματά μας θα «βγούν μπροστά» και θα μας οδηγήσουν σε μια βιώσιμη κοινωνία.

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Λίστα Λανγκάρντ! Οι πολλαπλές επιπτώσεις μιας ανεπαρκούς λειτουργίας του κράτους και ο παιδευτικός ρόλος τους στον κοινωνικό ιστό.


Το 2010 ήταν η χρονιά που «λανσαρίστηκε» το φαινόμενο «Λίστα Λανγκάρντ». Δεν είναι πρωτογενές φαινόμενο. Ευκολα μπορεί να αξιολογηθεί ως μια ακόμα εκδήλωση της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας και λειτουργίας του «κράτους». Στο όνομά της, οδηγηθείται σε δίκη ένας πρώην υπουργός, αμαυρώθηκαν υπολήψεις, χάθηκε το μέτρο, διώχθηκε δημοσιογράφος. Ας δούμε μια άλλη ματιά. Τι θα είχε γίνει αν η λίστα Λαγκάρντ είχε αξιοποιηθεί, αθόρυβα και αποτελεσματικά; Είναι μόνο φοροεισπρατικό το θέμα; Ας προσπαθήσουμε να αποτιμήσουμε τις προεκτάσεις.

Πρώτον: Θα είχαμε έσοδα στον προϋπολογισμό από το 2010-11 –αυτά που έχουμε τώρα, δηλ 3χρόνια μετά- που έχουν αρχίσει να «κλείνουν» υποθέσεις μεγαλοκαταθετών, που δε μπορούν να δικαιολογήσουν τα ποσά που έβγαλαν έξω.

Δεύτερον: Θα μπορούσαμε να έχουμε πολλαπλάσια φοροεισπρακτικά οφέλη, αν το μοντέλο εκμετάλλευσης της συγκεκριμένης λίστας, το εφαρμόζαμε σε όλες τις χώρες με τις οποίες υπάρχει τέτοια διακρατική συμφωνία. ΑΛΛΑ, με το θόρυβο που προεκλίθη, όσοι είχαν λόγους να αποφύγουν τον έλεγχο των Ελληνικών Φορολογικών Aρχών, είχαν όλο το χρόνο να το πράξουν. Αποτέλεσμα; Νέα απώλεια εσόδων, τώρα που κάθε λεπτό (χρόνου και αξίας) έχει άλλη αξία.
Για ακόμα μια φορά αποτυγχάνουμε να κάνουμε το προφανές. Και αυτό που μας ζητά και η «μισητή» τρόϊκα. Δηλαδή, να διευρύνουμε τη φορολογική βάση, ώστε να γίνεται δικαιότερη κατανομή των βαρών και στο τέλος να εξορθολογιστεί η φορολογική κλίμακα.

Εδώ δε μιλάμε για αναδιανομή εισοδήματος, και άλλα σοσιαλιστικά οράματα, αλλά για μια θεμελιώδους σημασίας πρακτική για τη δημιουργία αισθήματος δικαιοσύνης στην κοινωνία και τον περιορισμό της ψυχολογικής απόστασης πολίτη-κράτους. Αυτό εφαρμόζουν κατ’ εξοχήν καπιταλιστικές οικονομίες και αυτό αποτελεί μία από τις σταθερές στις οποίες αναπτύσσονται οι κοινωνίες των χωρών αυτών.
Τέλος, η ατιμωρησία των φοροφυγάδων, τους αποθρασύνει και τους κάνει ακόμα πιο «βουλιμικούς» στην κλοπή, τροφοδοτώντας τον αέναο κύκλο της έλλειψης αισθήματος δικαιοσύνης και φορολογικών κενών που καλύπτονται από τα συνήθη υποζύγια, κοκ.

Τρίτον: Δε θα χρειαζόταν κανένας κος Βαξεβάνης να δημοσιοποιήσει καμία λίστα. Η 4η εξουσία υπάρχει μέσα από τις ανεπάρκειες των τριών άλλων. Δε ξέρω τι θα έκανα στη θέση του Υπουργείου, αλλά με τα σημερινά μου κριτήρια, αν ως κρατική δομή δεν είχα κάνει τη δουλειά μου για 3 χρόνια, δε θα δίωκα κάποιον γιατί έκανε τη δική του. Είναι διασυρμός, άνευ ουσίας, διότι τελικά ο δημοσιογράφος δικαιώθηκε. Αν την έχεις «δεμένη» την υπόθεση όπως λένε οι νομικοί, κάνε το βήμα. Αλλιώς κλείσου στο καβούκι σου και προσπάθησε να μη «ταΐσεις» με θέμα άλλους «Βαξεβάνηδες» στο μέλλον.

Αυτή η αμετροέπεια στοιχίζει στη κοινωνία. Κάποιος πρέπει να πεί στους πολιτικούς ότι η δημόσια σφαίρα επηρεάζει την ιδιωτική. Και οι πράξεις τους παίρνουν άλλη διάσταση. Έχουν παιδευτικό χαρακτήρα. Διαχέεται στην κοινωνία ένας «κοκκοροτσαμπουκάς» και έλλειψη συνείδησης και μέτρου. Αυτά που πρέπει να κάνει κάθε πολίτης στην καθημερινότητά του, δε μπορεί να παραμένουν ακόμα και σήμερα -30 πλέον χρόνια από την ένταξή μας στο club στης ΕΕ- ζητούμενα του πολιτεύεσθαι των κρατικών θεσμών.
Παράλληλα, ενισχύεται το «εγώ» του δημοσιογραφικού λειτουργού με αποτέλεσμα να τον μετατρέπει σε επαρμένο ξερόλα και κριτή των πάντων χωρίς μέτρο και συνείδηση του τι κάνει και λέει. Και αυτό να διαχέεται κάθε μέρα μέσα από τα εξώφυλλα των εφημερίδων, τα «παράθυρα» των μονοθεματικών δελτίων ειδήσεων και τα κιτρινίζοντα «ειδησεογραφικά» site που έχουν κατακλύσει τον φηφιακό κόσμο.

Τέταρτον: Ως αποτέλεσμα της δημοσιοποίησης της λίστας ήρθε ο διασυρμός για πολίτες οι οποίοι βρέθηκαν στη λίστα –και κατ’ επέκταση πέρασαν από λαϊκά δικαστήρια στα «καφενεία» όλης της χώρας- και οι οποίοι είχαν νομίμως βγάλει τα χρήματά τους έξω. Την ηθική βλάβη αυτών των πολιτών ποιος θα την καλύψει; Προφανώς ο εκδότης και δημοσιογράφος δεν ενδιαφέρεται, παρά μόνον για την εκδοτική επιτυχία του εγχειρήματός του. Τα υπόλοιπα είναι παράπλευρες απώλειες περιορισμένης σημασίας.

Αυτή η δημοσιοποίηση βάφτισε ενόχους, μια σειρά από πολίτες οι οποίοι δεν έχουν την ευκαιρία να πάνε στο σπίτι κάθε «λαϊκού εισαγγελέα» και να του δείξουν τους φόρους που πλήρωσαν για τα εισοδήματά τους. Ή το ότι έστειλαν 30.000€ για να έχει το παιδί τους που σπουδάζει στη Βέρνη. «Ληστές» οι της λίστας! Συλίβδιν και αδιαπραγμάτευτα. Και η «ρετσινιά» σε μια απολίτιστη και θυμωμένη κοινωνία σαν την Ελληνική είναι κάτι που δε βγαίνει.

Πέμπτον: Διώχθηκε ο πρώην υπουργός Οικονομικών, διότι αφαίρεσε από τη λίστα τα ονόματα 2-3 συγγενικών του προσώπων. Δηλαδή, αν ο ΟΠΟΙΟΣΠΗΠΟΤΕ ήταν στη θέση του θα έκανε κάτι άλλο; Αυτό είναι το πρόβλημα; Το ότι δε χρησιμοποιήσαμε το περιεχόμενο της λίστας για να φέρουμε έσοδα(ούτε αυτός, ούτε ο Βενιζέλος), ως οφείλαμε είναι απλά μια πολιτική επιλογή; Μα αυτό είναι η αιτία όλων των παραπάνω δινών. Αυτό είναι το έγκλημα. Όχι η διαγραφή των συγγενών του. Αυτό είναι απλώς, μια ανθρώπινη αδυναμία που είμαι παραπάνω από διατεθειμένος να συμμεριστώ.

Σε μια οποιαδήποτε στιγμή, μια τέτοια συμπεριφορά είναι κατακριτέα και πολιτικά εγκληματική. Όταν όμως «ξηλώνεται η χώρα απ’ τα πλακάκια» για να βρεθεί ευρώ-ευρώ η κάθε κρατική δαπάνη, κάθε τέτοια ενέργεια είναι προδοτική για τη χώρα λόγω των πολλαπλών οικονομικο-κοινωνικών προεκτάσεών της. Επι εσχάτη προδοσία έπρεπε να διωχθούν οι κοι Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλος. Και τελικά; Η δίωξη ήρθε για το τίποτα. Για το προφανές.

Τι μήνυμα εκπέμπεται στην κοινωνία; Τι της λέει όλος ο πολιτικός κόσμος «φωναχτά»; Είστε «ζώα» και απλά σας «δουλεύουμε»! Σας ρίχνουμε στάχτη στα μάτια για να μη δείτε το μεγάλο έγκλημα. Για να τσακωνόμαστε μεταξύ μας (όλοι γελάσαμε μέχρι δακρύων και κλάψαμε για τον πολιτικό «νανισμό» των πολιτικών μας ταγών, στα πλαίσια της προανακριτικής επιτροπής της Βουλής) και να μη δούμε «το δάσος που καίγεται» πίσω από την πολιτική –και ίσως νομική- καταδίκη του πρώην υπουργού. Χάνουμε την ουσία. Και δεν κάνουμε τίποτα για να τη διεκδικήσουμε πίσω.

 Η «λίστα Λαγκάρντ» είναι μια ακόμα ιστορία Ελληνικής τρέλας.

Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Αμετροέπεια, υπερβολή, σήψη και υποκρισία. Με μια λέξη...ΜΜΕ!


Οι επιστήμονες λένε ότι "είμαστε ότι τρώμε". Το σώμα λαμβάνει από την προσλαμβάνουσα τροφή, όλα εκείνα τα απαραίτητα στοιχεία που υποστηρίζουν τις λειτουργίες του σώματος. Συνεπώς η ποιότητα της τροφής επηρεάζει βαθύτατα τις επιδόσεις του ανθρώπινου οργανισμού. Μετά τη διαδικασία της πέψης, ο οργανισμός αποβάλλει ότι δεν είναι περαιτέρω αξιοποιήσιμο είτε μέσω του ουροποιητικού συστήματος είτε μέσω του εντέρου. Οι εξετάσεις που κάνουμε για να διαπιστώσουμε την υγεία μας, περιλαμβάνουν εξετάσεις ούρων και κοπράνων. Εκεί αποτυπώνονται οι καλές και οι κακές μας συνήθειες.

Ας γυρίσουμε στην σημαντικότητα της ποιότητα της προσλαμβάνουσας τροφής. Και ας κάνουμε έναν παραλληλισμό. Σκεφθείτε ποιες ήσαν οι "τροφές" που καταναλώσαμε την τελευταία 40ετία σε επίπεδο ΜΜΕ. Σκεφθείτε ότι η χώρα απολάμβανε και απολαμβάνει σε καθημερινή βάση το "junk food" του Κουρή, του Τράγκα, του Κακαουνάκη, του Αυτιά, της Τρέμη, του Πρετεντέρη, του Ευαγγελάτου, της Τατιάνας, της Σταματέλου, του Φώτη και της Μαρία, του Troktiko και του κάθε απίθανου με κατάληξη .gr, ή com.
Όλοι πέρασαν ή είναι στην κορυφή των προτιμήσεων του πόπολου, διότι όπως και να τα κάνουμε είναι δύσκολο να επιλέξεις τα "βραστά χόρτα", όταν δίπλα σου είναι το "αχνιστό burger με την κέτσαπ και τις πατάτες". Μόνο που αν κάθε μέρα ταϊζεις τον οργανισμό "burger"-"σουβλάκια"-"πίτσες", καλό θα είναι να μην "κοιτάξεις" τα "κοπρανά" σου. Γιατί θα έχουν το φαιό χρώμα της Χρυσής Αυγής και αυτό δε θα πρέπει να σε εκπλήσσει.

Όταν έχεις εκχωρήσει τις εγκεφαλικές σου λειτουργίες και την κριτική σου σκέψη στον "εμετό" του Τράγκα, στις βαθυστόχαστες αρλούμπες του Πρετεντέρη, όταν εμπιστεύεσαι αμάσητον κάθε "Ανυπαρκτίδη" που γράφει στον "ειδησεογραφικό" του ιστότοπο οποιαδήποτε αοριστία, ψέμα ή προβοκατόρικη "είδηση", όταν το μόνο που σε νοιάζει είναι με ποιόν κοιμήθηκε κάθε πορνίδιο της showbiz και αυτό σου δίνει πρότυπο και στάσης ζωής, ποιά πιστεύεις ότι είναι η κατάληξη που σου αξίζει;
Όταν για 40 χρόνια μια ολόκληρη κοινωνία περιστρέφεται γύρω από το "κακαοφτιαγμένο", από το χωρίς αισθητική, από το χωρίς αξίες, από το χωρίς ποιότητα..., γιατί εκπλήσσεσαι που έχεις αυτά τα χάλια. Προφανώς τα "κόπρανά" σου θα είναι αποκρουστικά. Από τη φύση τους είναι αποκρουστικά! Αν όμως έχεις αυτές τις διατροφικές συνήθειες, εκτός από αποκρουστικά γίνονται και επικίνδυνα.

Ζούμε στην εποχή όπου ισχύει απολύτως το ρητό. "Χάσαμε τη σοφία για τη γνώση... και τη γνώση για την πληροφορία". Τί να την κάνεις την πληροφορία όταν δεν έχεις νού να τη διαχειριστεί;


  • Είναι δυνατόν σήμερα να έχουμε τα ΜΜΕ να "εκπλήσσονται" από τα έργα της ΧΑ;
  • Είναι δυνατόν να μην ξέρουν ότι όλα τα κόμματα έχουν "στρατούς", αντίστοιχους με αυτούς των ομάδων; Και να "καταρρέουν" μεγαλοσχήμονες "δημοσιογράφοι" μπροστά στις κάμερες από την έκταση του φαινομένου;
  • Είναι δυνατόν να μη θυμόμαστε ότι η ΧΑ "κατέλαβε" το κενό που το κράτος άφησε, κάτω από την απαίτηση του "εκδημοκρατισμού" του δημόσιου χώρου, με κύριο μοχλό πίεσης το δημοσιογραφικό κατεστημένο; 
  • Είναι δυνατό να μη θυμόμαστε το ρόλο των μεγάλων ΜΜΕ στη γιγάντωση της συλλογικής αντίληψης που κυριαρχεί στην κοινωνία ότι οι μετανάστες είναι εγκληματίες; Ποιός το "έχτισε" αυτό;
  • Είναι δυνατόν να λέμε ότι η δικαιοσύνη αφήνετε στο έργο της, αλλά να ξεχνάμε ότι αυτό να το θυμήθηκε τώρα που πήρε εντολή να δράσει;


Έχουμε φτάσει στο σημείο, όπου τα άτομα που προσωποποιούν τους θεσμούς σε αυτή τη χώρα να είναι στην πλειοψηφία τους κατώτεροι των περιστάσεων. Οι πολιτικοί νοιάζονται για το τί θα γίνει στις επόμενες εκλογές, οι δημοσιογράφοι για τα νούμερα σήμερα το βράδυ και τελικά οι πολίτες να έχουν χάσει απολύτως τη σχέση τους με αυτό που προσδιορίζει ο όρος του πολίτη.
Η εμπιστοσύνη είναι κάτι που κερδίζεται. Αν τα ΜΜΕ δεν έχουν προδώσει την εμπιστοσύνη που τους έδειξε η κοινωνία, γιατί συνεχίζουμε να τα "καταναλώνουμε" και να μας αφήνουν -αβασάνιστα- να μας επιβάλλουν την τρέχουσα αντίληψή τους;
Μια είναι η λύση. Να βάζουμε το μυαλό μας να δουλεύει. Να επιλέγουμε ή να απορρίπτουμε. Να μην καταναλώνουμε ότι μας βάζουν μπροστά μας. Και να αμφισβητούμε -καλοπροαίρετα- ότι μας πασάρουν. Να το ψάχνουμε. Από όλες τις μεριές. Και μετά να αποκρυσταλλώνουμε άποψη.



Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2013

Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση: Φληναφήματα για αφελείς. Τα ακραία προβλήματα απαιτούν δραστικές λύσεις.

Υπάρχουν πολλοί ακαδημαϊκοί και μη, που πιστεύουν ότι ο νόμος πλαίσιο για την παιδεία ήταν «μπροστά από το χρόνο του». Εισήγαγε διατάξεις με τις οποίες η πρόθεση του νομοθέτη ήταν να «σπρώξει» το Ελληνικό ακαδημαϊκό περιβάλλον, προς το Ευρωπαϊκό. Μετά από λίγα χρόνια (το 1986) ο σχεδιασμός ολοκληρώθηκε με την θεσμοθέτηση της «μαθητικής κοινότητας» ως αυτόνομο πόλου εντός της σχολικής μονάδας.

Η Ελληνική κοινωνία έγινε πολύ σοφότερη τα τελευταία 4χρόνια. Έχοντας υποστεί τις συνέπειες σειράς ιδεοληψιών που εγκατεστάθησαν με μαεστρία σε αυτήν κατά τη 10ετία του ’80, όλο και περισσότεροι πολίτες επανεξετάζουν και αξιολογούν –σοφότεροι πιά- όλα όσα «κατακτήθηκαν» εκείνη την περίοδο. Πλέον, γίνεται κατανοητό ότι το ζητούμενο από το εν λόγω νομοθέτημα ήταν η άλωση κάθε μη προνομιακού -για το ΠΑΣΟΚ- χώρου.

Η διοικητική αποδόμηση με την κατάργηση των φυσικών προϊσταμένων στη δημόσια διοίκηση καθώς και η διεύρυνση των «εκλεκτορικών» σωμάτων, ώστε να είναι πιθανότερη η εκλογή του εκλεκτού του τότε πολιτικού προϊσταμένου των Πανεπιστημιακών, οδήγησε σε απαξίωση του ελεγκτικού μηχανισμού, την κατάπτωση του διδακτικού έργου και την έντονη κομματικοποίηση του ακαδημαϊκού ζωτικού χώρου.

Από τότε, σε όλα τα στάδια της εκπαιδευτικής διαδικασίας –από το δημοτικό όπου ο δάσκαλος εγκαλείτο μόνο για το αν προσερχόταν στην ώρα του στο σχολείο, μέχρι τον Πρύτανη που για να εκλεγεί έπρεπε να «τα έχει βρεί με τις κομματικές νεολαίες»- κυριάρχησε ο κομματισμός, εξοβελίζοντας –εξ ορισμού- την αξιοκρατία, την πρόοδο και την παραγωγή άξιων πολιτών. Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή, από το τύποις επιδιωκόμενο από το πνεύμα του νόμου του 1982.

Αυτό που επακολούθησε ήταν η «μαζική παραγωγή» πολιτών περιορισμένης αντίληψης, αμυνών, αισθητικής, κοινωνικής και ακαδημαϊκής παιδείας. Πολιτών χωρίς κριτική σκέψη και πολιτικό αισθητήριο περι του ορθού.
Και ως αποτέλεσμα αυτού, φτάσαμε στην οικονομική έκφανση της Ελληνικής κρίσης.

Όσο η Ελληνική πολιτεία δεν υλοποιεί αντίρροπες –ή υλοποιεί ελλείπεις και αποσπασματικές- πολιτικές στον τομέα της παιδείας, η χώρα θα παραμένει βαλτωμένη. Γιατί οι πολίτες της δε θα έχουν επανακτήσει εκείνα τα στοιχεία πολιτισμού που θα τους επιτρέψουν την συλλογική ανάταση της χώρας.

Η πρόταση για την απαγόρευση κάθε κομματικής διεργασίας εντός των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων κάθε βαθμίδας και η αξιολόγηση όλων των εμπλεκομένων σε κάθε στάδιο της παραγωγής του εκπαιδευτικού έργου είναι από μόνα τους επαρκή μέτρα για την ανάταση των Αρμαγεδωνικών συνεπειών της πολιτικής που εισήγαγε ο νόμος πλαίσιο του 1982. Απλά θα χρειαστεί συνέπεια, συνέχεια και πειθαρχία στην υλοποίηση της νέας δομής της παιδείας ώστε να φανούν τα αποτελέσματα εντός 20ετίας. Τότε δηλαδή, που θα μπούν στην «παραγωγή», δύο(2) μαθητικές γενιές.